Το έργο περιλαμβάνει τον «ανασχεδιασμό του υφιστάμενου κτιρίου SILO και του περιβάλλοντος χώρου του, σε Μουσείο Υποβρύχιων Αρχαιοτήτων». Το υπάρχον κτίριο SILO έχει σκοπό όχι μόνο να αφηγηθεί την ιστορία και τη χρήση του, αλλά και να στεγάσει τις υποβρύχιες αρχαιότητες. Οι αποθηκευτικοί χώροι, όπου στοιβάζονταν οι κόκκοι, θα γίνουν τώρα εκθεσιακοί χώροι. Το κτίριο θα μετατραπεί σε μια πολιτιστική κιβωτό.
Η μόνιμη έκθεση του μουσείου, θα οργανωθεί γύρω από μια καλά δομημένη και ρέουσα αφήγηση, η οποία θα επιτρέψει στους επισκέπτες να κατανοήσουν τα κύρια σημεία της έκθεσης και να «βυθιστούν» στη γοητεία του υλικού. Η αφήγηση της έκθεσης
θα περιλαμβάνει έναν αριθμό ενοτήτων που θα σχηματίζουν μικρές ή μεγαλύτερες αυτοτελείς ιστορίες, με συνολικά 60 ιστορίες – ενότητες.
Η παρουσία εκθεμάτων, η αφηγηματική εμπειρία με τις 60 ιστορίες, το SILOS και το λιμάνι του Πειραιά, αλλά κυρίως η ανακάλυψη του θαμμένου θησαυρού στα βάθη της θάλασσας είναι το κύριο σημείο έμπνευσης για τη σύνθεση. Η αίσθηση κάποτε της διάσωσης του ναυαγίου, που σαπίζει μέσα από τα δίχτυα των ψαράδων, είναι το υπόβαθρο για την κεντρική ιδέα. Αυτή είναι η 61η ιστορία, η ιστορία της διάσωσης του ναυαγίου που ο απλός ψαράς γίνεται ο θεματοφύλακας του πολιτισμού. Τη στιγμή που το ναυάγιο ξεπροβάλλει σπασμένο και φθαρμένο μέσα από σκισμένα δίχτυα, με διαρροή νερού.
Όσον αφορά το σύστημα των κυψελών αποθήκευσης, αυτό ποικίλλει ανάλογα με τις καλυπτόμενες θεματικές ενότητες. Μέσω των έξι θεματικών ενοτήτων, το μουσείο σκοπεύει με τις πέντε πρώτες να αφηγηθεί τη διαχρονικότητα και την ιστορικότητα των ναυαγίων και των εκθεμάτων, ενώ
η έκτη ενότητα αφηγείται την ιστορία του κελύφους που φιλοξενεί την έκθεση. Αυτές οι δύο διαφορετικές ενότητες ενσωματώνονται στην παρουσίαση της συνολικής έκθεσης. Η πρώτη εντύπωση της εξωτερικής μορφής αντανακλά τη διπολικότητα του Μουσείου. Η σύνθεση της εξωτερικής μορφής επικεντρώνεται στην αντίθεση δύο στοιχείων: του στιβαρού απόρθητου εσωστρεφούς όγκου των εκθεσιακών χώρων SILO- έναντι της κοινωνικότητας και της εξωστρέφειας των διαφανών υαλοπινάκων με μεταλλική επένδυση από χαλκό (που παραπέμπει στο υλικό των αγαλμάτων).
Ο περιβάλλων χώρος ενσωματώνεται οργανικά με το κτίριο, αφού η ενσωμάτωση αυτή επιτυγχάνεται τόσο στο επίπεδο του ισογείου όσο και στο επίπεδο του ορόφου (με τη διαδρομή – ράμπα που διαπερνά το κτίριο). Τέλος, η μελλοντική μορφή της ενσωμάτωσης του περιβάλλοντος χώρου θα φέρει το Μουσείο μαζί με τη μελλοντική πλατεία Μουσείου ανάμεσα στις δύο παλιές αποθήκες.